- Προκρούστῃ
- Προκρούστηςmasc dat sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ερίνεος — Τοπωνύμιο του ελλαδικού χώρου κατά την αρχαιότητα. Προέρχεται ετυμολογικά από το δέντρο ερινεός (συκιά). 1. Δωρική πόλη, μεταξύ Βοιού και Σπερχειού, μία από τις τρεις που έχτισαν οι Καδμείοι μετά την εκδίωξή τους από τη Θήβα από τους Επίγονους. 2 … Dictionary of Greek
ερινεός — Τοπωνύμιο του ελλαδικού χώρου κατά την αρχαιότητα. Προέρχεται ετυμολογικά από το δέντρο ερινεός (συκιά). 1. Δωρική πόλη, μεταξύ Βοιού και Σπερχειού, μία από τις τρεις που έχτισαν οι Καδμείοι μετά την εκδίωξή τους από τη Θήβα από τους Επίγονους. 2 … Dictionary of Greek
προκρούστειος — α, ο, Ν 1. αυτός που αναφέρεται ή ανήκει στο μυθικό πρόσωπο Προκρούστης («προκρούστεια [ή προκρούστειος] κλίνη» το κρεβάτι τού Προκρούστη) 2. μτφ. αυτός που με βίαιο και αυθαίρετο τρόπο προσπαθεί να προσαρμόσει πρόσωπα και καταστάσεις στις δικές… … Dictionary of Greek
προκρούω — και δωρ. παρατ. πρόκροον, και λακων. παρατ. προύκρουον Α 1. χτυπώ κάτι 2. επιμηκύνω, τεντώνω κάτι σφυρηλατώντας το ([για τον Προκρούστη] «τῶν ἐλαττόνων τοὺς πόδας προέκρουεν», Διόδ.) 2. επιτίθεμαι 3. (σχετικά με γυναίκα) συνευρίσκομαι,… … Dictionary of Greek
Ελλαδα - Μυθολογία — ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ Το μυθολογικό υλικό είναι αποτέλεσμα της προσπάθειας των αρχαίων κοινωνιών να ερμηνεύσουν τον κόσμο, τη ζωή και τις σχέσεις των ανθρώπων. Οι ελληνικοί μύθοι αποτελούν μια κοινωνική, συλλογική προσπάθεια κατανόησης και… … Dictionary of Greek
Πετρέσκου, Καμίλ — (Petrescu, 1894 – 1957). Ρουμάνος συγγραφέας. Στα έργα του περιγράφει τραγικές περιπτώσεις ατόμων που αναζητούν το δρόμο για την αλλαγή της κοινωνίας. Τα σπουδαιότερα από αυτά τιτλοφορούνται Το παιγνίδι με τις νεράιδες (1916 18), Έχουν δυνατή… … Dictionary of Greek